Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014

Ουκρανία: Επικίνδυνη περιδίνηση διεθνούς δικαίου και διεθνών σχέσεων


Του Θέμη Τζήμα

Ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ είναι σαφής: η πολιτική ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα κάθε κράτους οφείλουν να γίνονται απολύτως σεβαστά, όπως και το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού κάθε λαού. Δικαίωμα που εκτείνεται και στην επιλογή του πολιτικού και κοινωνικού του συστήματος.

Όλη η μεταπολεμική αρχιτεκτονική διεθνούς ασφάλειας και ειρήνης- όπως στην πραγματικότητα και η προπολεμική, ιδίως από τη συνθήκη της Βεστφαλίας και έπειτα- βασίστηκε σε αυτές τις αρχές που συνιστούν το σκληρό πυρήνα της κρατικής κυριαρχίας και του σεβασμού της.

Υπ’ αυτήν την έννοια και καταρχήν η Ρωσία δεν έχει κανένα δικαίωμα να αποστείλει στρατό στο έδαφος της Ουκρανίας χωρίς συγκατάθεση από τις ουκρανικές αρχές. Πολλώ δε μάλλον, δεδομένου ότι ούτε ο Γιανούκοβιτς τον οποίο η Ρωσία εξακολουθεί να αναγνωρίζει ως νόμιμο πρόεδρο της Ουκρανίας έχει ζητήσει στρατιωτική συνδρομή από τη Ρωσία.

Έχει όμως αιτηθεί ρωσικής συνδρομής η αυτόνομη κυβέρνηση της Κριμαίας. Φυσικά, η Ρωσία τυπικώς δεν έχει μεταφέρει στρατεύματά της στο εσωτερικό της Ουκρανίας παρότι οι άνδρες χωρίς διακριτικά που έχουν αναλάβει τον έλεγχο κρίσιμων υποδομών στην περιοχή της Κριμαίας θυμίζουν οργανωμένο στρατό, που δε θα μπορούσε να είναι άλλος πλην του ρωσικού. Πάντως σε κάθε περίπτωση δεν έχει αποδειχθεί ακόμα ότι οι εν λόγω δυνάμεις ανήκουν στο ρωσικό στρατό. Επιπλέον, δε γνωρίζουμε τι ακριβώς δυνατότητες κίνησης και ανάπτυξης έχει ο ρωσικός στρατός βάσει της ρωσό- ουκρανικής συμφωνίας για τη στάθμευση του ρωσικού στόλου στη Σεβαστούπολη.

Αυτό όμως που έχει περισσότερο ενδιαφέρον από πλευράς διεθνούς δικαίου είναι το πώς η «Δύση» πληρώνει τις μεταβολές στην ερμηνεία του διεθνούς δικαίου που η ίδια προσπαθεί να επιφέρει από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και έπειτα.


Στη περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου για παράδειγμα όχι μόνο επενέβη στρατιωτικά το ΝΑΤΟ κατά παράβαση του καταστατικού χάρτη αλλά επιπλέον τα περισσότερα κράτη- μέλη της ΕΕ και οι ΗΠΑ αναγνώρισαν σταδιακά τα τετελεσμένα αυτής της παράνομης επέμβασης και εν τέλει την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου, επικαλούμενα ως προς το τελευταίο το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης.

Αναρωτιέται κανείς αν για τα κράτη αυτά οι Αλβανοί και Αλβανόφωνοι του Κοσσυφοπεδίου είχαν το δικαίωμα να ανεξαρτητοποιηθούν από το κράτος στο οποίο ανήκαν- μάλιστα αφότου έπαψαν οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους κλπ και στη βάση μιας παράνομης επέμβασης- γιατί για τα εν λόγω κράτη δεν έχουν το ίδιο δικαίωμα οι Ρώσοι και Ρωσόφωνοι της Ανατολικής Ουκρανίας.
Επιπλέον, στην περίπτωση της Συρίας, τα ίδια περίπου κράτη και πολλά ακόμα αναγνώρισαν ως νόμιμη μια κυβέρνηση που ούτε κατά διάνοια έχει τον εν τοις πράγμασι έλεγχο της επικράτειας και του πληθυσμού. Ως εκ τούτου αποφάσισαν να εξοπλίσουν τους αντικαθεστωτικούς αλλά και να στείλουν δυνάμεις προκειμένου να πολεμήσουν στο πλευρό τους, παρά μάλιστα τις βαρύτατες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις οποίες και αυτή η πλευρά εμπλέκεται.

Με τη στάση τους κατέδειξαν ότι θεωρούν νόμιμο εξωτερικές δυνάμεις να θεωρούν ως πραγματική και νόμιμη εξουσία ενός κράτους μια εξουσία που δεν ελέγχει το έδαφος και τον πληθυσμό του κράτους αλλά είναι πιο αρεστή σε αυτές και ως εκ τούτο να παρεμβαίνουν χωρίς καν άμεση πρόσκληση από την εν λόγω εξουσία αλλά στο όνομα επιλεκτικά αξιοποιούμενων αρχών περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων κλπ.

Εύκολα, το ίδιο θα μπορούσε να πράξει η Ρωσία στην Ουκρανία: εξακολουθώντας να αναγνωρίζει ως νόμιμο πρόεδρο το Γιανούκοβιτς και εντοπίζοντας- ή «εντοπίζοντας»- παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων της μειονότητας θα μπορούσε να «ενισχύσει» βάσει του σκεπτικού της Δύσης μια χαμηλής – καταρχήν- έντασης εσωτερική σύγκρουση στην Ουκρανία, αξιοποιώντας μάλιστα τα γεγονότα ότι πρώτον ναζιστικές ομάδες συγκυβερνούν για πρώτη φορά μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο σε ευρωπαϊκή χώρα και ότι δεύτερον η Κριμαία έχει ζητήσει τη ρωσική συνδρομή.

Με άλλα λόγια και με πρωτοβουλία της Δύσης, μετά- ψυχροπολεμικά το διεθνές δίκαιο έχει εξωθηθεί στα ερμηνευτικά του όρια ή και πέρα από αυτά, βυθιζόμενο εν πολλοίς σε μια -ακόμα και- διαλυτική περιδίνηση.

Αυτό που έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία όμως είναι η ιμπεριαλιστική περιδίνηση των διεθνών σχέσεων. Ο αναγεννημένος (ευρώ-) γερμανικός ιμπεριαλισμός επανέρχεται με λογική επεκτατισμού στην Ευρώπη, συμμαχώντας με ακροδεξιές και ναζιστικές δυνάμεις. Η πολιτική «αρχών» της δημοκρατικής Ευρώπης εξαφανίζεται μπροστά στις γεωπολιτικές επιδιώξεις. Η Γερμανία υπέρ- επεκτείνεται και διακινδυνεύει τελικά να το πληρώσει μαζί με όλη την Ευρώπη άσχημα.

Από την άλλη και κυρίως, η δύσκολη εταιρικό- ανταγωνιστική σχέση ΗΠΑ- Ρωσίας επίσης δοκιμάζεται για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες. Το αμήχανο διάγγελμα Ομπάμα δείχνει ότι- απολύτως φυσιολογικά- η ηγεσία των ΗΠΑ δε θα ήθελε να εμπλακεί σε κάποιου είδους αντιπαράθεση με τη Ρωσία, ιδίως γύρω από την Ουκρανία, που θα έθετε σε περαιτέρω κίνδυνο τόσο τη διεθνή σταθερότητα, όσο και την ασθενική προσπάθεια οικονομικής μεγέθυνσης διεθνώς. Μετά την υπόθεση της Συρίας ωστόσο το περιθώριο ευελιξίας του προέδρου Ομπάμα εάν τα πράγματα οξυνθούν περισσότερο στην Ουκρανία θα είναι στενότερα.

Η Ρωσία που αιφνιδιάστηκε από την ανατροπή Γιανούκοβιτς διαθέτει ακόμα λιγότερα περιθώρια ελιγμών. Ευρισκόμενη σε προφανώς λιγότερο ισχυρή θέση από τις ΗΠΑ, όπως δεν μπορούσε να εγκαταλείψει το μοναδικό σύμμαχό της στη Μ. Ανατολή, έτσι και ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να εγκαταλείψει τους ρωσικούς πληθυσμούς στην Ουκρανία, τα άμεσα γεωπολιτικά της συμφέροντα αλλά και εν τέλει μια περιοχή που αφενός βρίσκεται στο μαλακό της υπογάστριο και αφετέρου είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ίδια τη γέννηση του ρωσικού έθνους.

Ο πρόεδρος Πούτιν λογικά δε θέλει να δείξει ότι προχωρά σε ξεκάθαρη εισβολή στην Ουκρανία αλλά ούτε και ότι κάνει βήμα πίσω από τον έλεγχο τουλάχιστον  των βασικών για τη Ρωσία και εκτεταμένων περιοχών της χώρας αυτής. Η νέα αυτή εστία έντασης υποδεικνύει κάτι που και η αριστερά επιλέγει να παραγνωρίσει και να εκτιμήσει: οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί σε μια σειρά περιοχών- Μ. Ανατολή, Ευρώπη, Ασία και Αφρική- έχουν επανακάμψει με τρόπο που θυμίζει την περίοδο προ του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Πολλαπλοί παράγοντες και δυνάμεις ανταγωνίζονται για σφαίρες επιρροής και ελέγχου σε μια παγκόσμια οικονομία κυριαρχούμενη- όχι τυχαία- από το επιθετικό και επεκτατικό χρηματιστικό κεφάλαιο. Η γενική καπιταλιστική κρίση και η σχετικοποίηση της ισχύος- ούτε οι ΗΠΑ είναι πια τόσο ισχυρές ώστε επιβάλλουν την Pax Americana, ούτε ένα διπολικό σύστημα μπορεί να δομηθεί- πολλαπλασιάζουν και οξύνουν τις εστίες διακινδύνευσης για τη διεθνή ασφάλεια και ειρήνη. 
Ακόμα υφίσταται η δυνατότητα του «βήματος πίσω» μπροστά στη γενικευμένη αντιπαράθεση και σύγκρουση. Αυτό φαίνεται στις πολυμετωπικές εντάσεις Ρωσίας/ ΗΠΑ/ Κίνας/ Ιαπωνίας και πολλών ακόμα δυνάμεων κεντρικότερης ή πιο περιφερειακής σημασίας.

Ωστόσο, η έντονη αλληλεξάρτηση, η κρίση, η επάνοδος των ιμπεριαλισμών και η αποσταθεροποίηση των ούτως ή άλλως εξασθενημένων θεσμών διεθνούς δικαίου εντείνουν την πιθανότητα της «μοιραίας» επιλογής.

Πηγή: tvxs.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...